Δευτέρα 31 Αυγούστου 2009

Η Τσαμπούνα


Η Τσαμπούνα είναι ο νησιώτικος τύπος του ελληνικού άσκαυλου. Ο αντίστοιχος της στεριανής Ελλάδας είναι η Γκάιντα. Από νησί σε νησί συναντάμε διάφορες παραλλαγές της ονομασίας του οργάνου, όπως Σαμπούνα στην Άνδρο, Ασκομαντούρα στην Κρήτη, Τσαμπουνοφυλάκα στην Ικαρία.

Η Τσαμπούνα κατασκευάζεται από τον ίδιο τον οργανοπαίκτη και αποτελείται από τα τρία μέρη: Το ασκί, το επιστόμιο και τη συσκευή παραγωγής ήχου, την Τσαμπούνα.

Το ασκί ή τουλούμι φτιάχνεται από δέρμα κατσίκας. Αρχικά γδέρνουν το ζώο και εν συνεχεία το αλατίζουν στην εσωτερική του μεριά, αφήνοντας το τυλιγμένο για αρκετές μέρες ώστε να «σφίξει» το δέρμα.

Κατόπιν κουρεύεται η τρίχα σε μήκος περίπου 1 - 1,5 εκ. και ξεβγάζεται καλά το δέρμα. Με τη γούνα εσωτερικά, δένεται στο λαιμό και στο πίσω μέρος (πίσω πόδια και ουρά). Στα δύο μπροστινά πόδια που παραμένουν ελεύθερα, προσαρμόζεται η Τσαμπούνα και το επιστόμιο.

Η Τσαμπούνα κατασκευάζεται από ξύλο πικροδάφνης και είναι 7 - 8 εκ. Έχει αυλάκι στο εσωτερικό που καταλήγει σε χωνί. Το χωνί δεν αποτελεί πάντα συνέχεια του ίδιου ξύλου, μπορεί να είναι και από κέρατο βοδιού ή χοντρό καλάμι. Στο αυλάκι εφαρμόζονται δύο λεπτά και σκληρά καλάμια χωρίς κόμπο, ενώ τα κενά μεταξύ τους γεμίζονται με κερί. Αυτά είναι τα «μπιμπίκια» ή «πιπίνια», που βγάζουν τη «φωνή».

Τα καλάμια πρέπει να έχουν ίσο μήκος και πάχος, για να δώσουν ίδιο τονικό ύψος. Το ένα είναι για τη μελωδία και έχει 5-6 τρύπες, ενώ το άλλο για το ίσο, με 1 τρύπα. Στο πάνω μέρος τους εφαρμόζεται από ένα μικρότερο καλάμι, που στο άκρο του έχει μονό γλωσσίδι. Αυτά τοποθετούνται μέσα από το δέρμα στο ένα από τα ελεύθερα πόδια του ζώου. Στο άλλο πόδι εφαρμόζεται το επιστόμιο, η συσκευή που φυσάει ο οργανοπαίκτης.

Το επιστόμιο είναι ένας μικρός σωλήνας από καλάμι ή πικροδάφνη, ο οποίος προσαρμόζεται στο δέρμα ή στην τρύπα ενός καρουλιού που στερεώνεται στο ίδιο σημείο. Εκεί τοποθετείται και η δερμάτινη βαλβίδα, ώστε να μην φεύγει ο αέρας στο διάστημα που ο τσαμπουνιέρης σταματά για να πάρει ανάσα.

Το ασκί με το πέρασμα του χρόνου, μπορεί να φυράνει και να ξεραθεί. Συνηθισμένος τρόπος συντήρησης, ώστε να παραμένει μαλακό και να μη χάνει αέρα, είναι το πλύσιμο στη Θάλασσα.

Η Τσαμπούνα παίζεται με το ασκί κάτω από την αριστερή μασχάλη. Συγκεκριμένη τεχνική παιξίματος δεν υπάρχει. Ο κάθε οργανοπαίχτης διαλέγει τον τρόπο που τον βολεύει περισσότερο. Το βασικό τονικό ύψος του οργάνου καθορίζεται τυχαία από την κατασκευή, ενώ ανάλογα με την απόσταση που έχουν οι τρύπες στα καλάμια καθορίζονται και τα διαστήματα.

Οι μελωδίες που παίζονται με την Τσαμπούνα έχουν μικρή έκταση, (συνήθως μία 6η) και οι τσαμπουνιέρηδες τις στολίζουν με πολλά ποικίλματα και ξένες νότες. Ο ήχος της Τσαμπούνας είναι οξύς και δυνατός σε ένταση, κατάλληλος για ανοιχτούς χώρους. Παίζεται συνήθως, μαζί με άλλα όργανα, σε πανηγύρια, τοπικές εορτές και γάμους.
Το άρθρο λήφτηκε από την ιστοσελίδα http://soc-arksrv3.aegean.gr/music/protypo2.php?lng=Z3JlZWs=- Αρχείο μουσικού πολιτισμού Βορείου Αιγαίου.

Κυριακή 30 Αυγούστου 2009

Συνεχίζοντας την παράδοση...


Εκεί στο χώμα κείτεται κι αναμένει...αναμένει υπομονετικά το μάστορά της για την ξυπνήσει...

Για γεμίσει και πάλι τη γη της Κρήτης με ήχους γλυκούς ...ήχους απόκοσμους..ήχους ρομαντικούς...ήχους της φύσης..ήχους απαλούς σαν των πουλιών το πρωινό ξύπνημα...σαν των αρνιών και των προβάτων το στόλισμα των βουνών...σαν των ανθρώπων το πρόσχαρο γέλιο ...

Εκεί στο χώμα αναμένει...για να γεμίσει την ψυχή μας με θύμισες παλιές...στιγμές όμορφες και απλοικές... στιγμές ηρωικές της Κρήτης...